Γνωρίζω ότι έχω αρκετό καιρό να σας γράψω αλλά αυτή η περίοδος ήταν αρκετά έντονη και δεν είχα χρόνο. Βέβαια έπεται ένα διήγημα που έχω υποσχεθεί και που θα ανέβει τις επόμενες μέρες.
Σκεφτόμουν σήμερα ακούγοντας την επικαιρότητα μια παραβολή που συνήθιζε να μου λέει ο παππούς μου. Θα προσπαθήσω να την αποδώσω όσο καλύτερα μπορώ. Απολαύστε την.
Ήταν κάποτε σε ένα χωριό, ένα παιδί. Αυτό το παιδί επειδή ήταν αγνό μπορούσε και έβλεπε τις αμαρτίες των άλλων. Ότι έβλεπε τον φόβιζαν και τον προβλημάτιζαν. Γύρω του μεγάλοι να κυκλοφορούν με φίδια να μπαινοβγαίνουν στο στόμα τους.
Μια μέρα κάθισε κάτω από έναν πλάτανο που βρισκόταν απέναντι από την Εκκλησία. Μαζί του ήταν και ένας γέρος μοναχός. Ο γέροντας ήταν τυφλός και καθόταν κάτω από το δέντρο για να δροσιστεί μιας και έκανε πολλή ζέστη. Άκουσε το παιδί να κλαίει και το φώναξε κοντά του. "Τι έπαθες παιδί μου; Ποιος σε πείραξε;" ρώτησε με ενδιαφέρον ο γέροντας.
"Παππούλη βλέπω περίεργα πράγματα. Πράγματα που δεν καταλαβαίνω και με τρομάζουν." απάντησε εκείνο μέσα από τους λυγμούς του.
"Σώπα τώρα και πες μου τι είναι αυτό που σε τρομάζει."
"Βλέπω μεγάλους ανθρώπους που έχουν κάτι μεγάλα μαύρα φίδια που μπαινοβγαίνουν στο στόμα τους. Άλλων είναι μικρά, άλλων πιο μεγάλα. Μα εκείνο που με τρομάζει περισσότερο είναι ότι βλέπω τον ιερέα που σέρνει στην πλάτη του ένα πτώμα."
Ο παππούλης αν και ξαφνιασμένος, καθησύχασε το αγόρι. "Θα έρθεις αύριο παιδί μου να παρακολουθήσουμε την λειτουργία; Θα σε περιμένω νωρίς για να μπούμε μέσα στο ναό. Θέλω να μου πεις τι βλέπεις και μετά θα σου πω τι σου συμβαίνει."
Το μικρό αγόρι απάντησε καταφατικά και αφού χαιρέτησε τον γέροντα πήγε χαρούμενο στο σπίτι του. Την επόμενη μέρα σηκώθηκε πρωί πρωί και πήγε στην εκκλησία. Ο γέροντας καθόταν ξανά κάτω από τον πλάτανο και πήγε ξανά κοντά του. "Καλημέρα παππούλη. Ήρθα! Τι θέλεις να κάνουμε τώρα." είπε αυτό με την παιδική αφέλεια του.
"Θα κάτσεις μαζί μου και θα μου λες τι βλέπεις στον κόσμο που έρχεται. Θα μου το ψιθυρίζεις στο αριστερό μου αυτί μιας και είμαι πολύ ηλικιωμένος και δεν ακούω καλά πια. Εντάξει παιδί μου;"
"Ναι παππούλη." είπε ο μικρός που νόμιζε ότι παίζουν κάποιου είδους παιχνίδι.
Πρώτος πρώτος φάνηκε ο ιερέας. Περπατούσε αργά αλλά σταθερά και ο μικρός ξαναείδε ότι ο λόγος που καθυστερούσε ήταν ο νεκρός που κουβαλούσε στην πλάτη του. Με το που ακούμπησε τα σκαλιά της εκκλησίας ο νεκρός έμεινε εκεί και προχώρησε χωρίς βάρη μέσα στο ναό. Ο μικρός μουρμούριζε ότι έβλεπε στον γέροντα. Όταν ο πρώτος κόσμος άρχισε να φτάνει είπε στον γέροντα ότι άρχισε να βλέπει τα φίδια να μπαινοβγαίνουν από τα στόματα τους. Όταν όλος ο κόσμος μπήκε μέσα, ο γέροντας ζήτησε από το αγόρι να τον βοηθήσει να μπούνε στον ναό.
Ο μικρός έκανε ότι του ζήτησε και πήγε τον γέροντα να κάτσει κοντά στον ψάλτη και έκατσε και εκείνος μαζί του. "Κοίτα προσεχτικά" του θύμισε ξανά ο παππούλης και εκείνος άρχισε να κοιτάει ξανά με ενδιαφέρον το ναό.
Όταν ο ιερέας βγήκε από το ιερό είδε πίσω του Αγγέλους να τραγουδάνε. Όσο προχώραγε την λειτουργία ο παπάς εξυψωνόταν από το έδαφος και οι Άγγελοι έγιναν περισσότεροι. Το παιδί κοίταγε με θαυμασμό. Κοιτούσε τριγύρω του μα κανένας δεν έδειχνε να βλέπει τι διαδραματιζόταν μέσα στο Ιερό.
Πέρασε η ώρα και η λειτουργία τελείωσε. Ο γέροντας έμεινε στην θέση του. Όταν όλος ο κόσμος έφυγε, εκείνος σηκώθηκε και το παιδί πάλι τον βοήθησε να πάνε έξω στον πλάτανο. Μόλις έκατσαν κάτω μετά από λίγο βγήκε από την είσοδο και ο ιερέας. Ένας άγγελος ήταν στην είσοδο και τον κοιτούσε θλιμμένα. Με το που πάτησε το τελευταίο σκαλί ξαναπήρε στην πλάτη του τον νεκρό που είχε αφήσει έξω και έφυγε πάλι με το αργό αλλά σταθερό του βήμα.
Ο μικρός αφηγήθηκε ότι είχε δει μέσα στην εκκλησία στον γέροντα. Όταν τελείωσε περίμενε με ανυπομονησία να του πει γιατί έβλεπε αυτά τα πράγματα. Πέρασε ώρα αλλά ο γέροντας δεν μιλούσε.
Κάποια στιγμή όταν ο ήλιος φώτισε το δέρμα του, πήρε μια ανάσα και γύρισε στο παιδί. "Αυτά που βλέπεις παιδί μου είναι οι αμαρτίες των μεγάλων. Είσαι μικρός και η ψυχή σου είναι αγνή ακόμα. Όλοι οι άνθρωποι αμαρτάνουν. Τα φίδια που βλέπεις είναι οι αμαρτίες τους. Ανάλογα τι έχουν κάνει, άλλοτε τα βλέπεις μικρά και άλλοτε μεγάλα. Δεν πρέπει να φοβάσαι, ούτε να στεναχωριέσαι για τις αμαρτίες των άλλων παιδί μου. Όλοι οι άνθρωποι παιδί μου κάνουν λάθη ακόμα και οι ιερείς. Για αυτό που έκανε δεν έχει μετανοήσει, έτσι το φορτίο που κουβαλά είναι όλο δικό του."
Ο γέροντας έκανε μια παύση και συνέχισε, "όμως να θυμάσαι, ότι άλλο πράγμα το λειτούργημα του καθενός και άλλο ο άνθρωπος πίσω από αυτό...
Ένα πράγμα που θαύμαζα και θαυμάζω στους παππούδες μου ή γενικώς στους μεγάλους ανθρώπους είναι το γεγονός ότι ήξεραν ιστορίες που άρμοζαν σε κάθε περίπτωση. Παραβολές, παραμύθια, μύθους, δοξασίες. Ο λαϊκός απλός κόσμος ήταν σε θέση να αναπαράγει έννοιες για θέματα που ενώ είναι αυτονόητα, την σήμερον ημέρα τελικά δεν είναι.